ΚΟΥΛΕΣ (ενετικό φρούριο)

 

 

     Στο λιμάνι του Ηρακλείου δεσπόζει σήμερα το ενετικό Φρούριο, γνωστό με το όνομα "Κούλες "που σημαίνει φρούριο στη θάλασσα (Rossa a Mare ή Castello a Mare). To κάστρο χτίστηκε για να προστατεύει από επιθέσεις. Ο όγκος του, στιβαρός και κομψός, ορίζει την είσοδο του παλιού λιμανιού του Χάνδακα και το ακρότατο βόρειο σημείο του τεράστιου ενετικού οχυρωματικού περιβόλου της πόλης. Κάλυπτε επιφάνεια 3.600 τ.μ. Επειδή όμως η επιφάνεια του βράχου στην οποία χτίστηκε ήταν μικρότερη, για να τη μεγαλώσουν αναγκάστηκαν να μεταφέρουν υλικό από το νησάκι Ντία ή νησί του Δία και από την περιοχή Φρασκιών. Συνήθως γέμιζαν πέτρες παλιά άχρηστα πλοία και τα βύθιζαν μαζί με το φορτίο τους, στη βόρεια και δυτική πλευρά του βράχου. Το κτίριο που κτίστηκε ήταν διώροφο .
     Το οχυρό που σώζεται σήμερα, είναι η τελευταία στη σειρά αμυντική κατασκευή που δομήθηκε στο ίδιο σημείο, στο βόρειο δηλαδή άκρο μιας σειράς βράχων και υφάλων οι οποίοι σχημάτιζαν το δυτικό όριο της λιμενικής λεκάνης. Πριν όμως οι Βενετοί καταλήξουν στην κατασκευή του φρουρίου αυτού, άλλοι πύργοι, με εντελώς διαφορετική μορφή, στάθηκαν φρουροί στην είσοδο του λιμανιού της πρωτεύουσας του νησιού.
     Τα πρώτα έγγραφα που κάνουν με σαφήνεια λόγο για έναν πύργο στο βόρειο άκρο των βράχων, που σχημάτιζαν το δυτικό προστατευτικό βραχίονα της λιμενικής λεκάνης, ανήκουν στις αρχές του 14ου αιώνα. Ήδη από αναφορές του δούκα του Χάνδακα Quido da Canal (1303) γίνεται φανερή η ύπαρξη πύργου που έλεγχε την είσοδο στο λιμάνι, ο οποίος ονομαζόταν "Castellum Comunis", που ήταν μεταξύ των κτιρίων της πόλης που έπαθαν σημαντικές βλάβες απ' το σεισμό που είχε πλήξει την πόλη.
     Τον επόμενο αιώνα οι Ενετοί κατασκευάζουν από πολύ νωρίς, ένα στρογγυλό πύργο πάνω σε κλιμακωτό στρογγυλό κρηπίδωμα στο δυτικό λιμενοβραχίονα, με ισχυρές επάλξεις.
     Όταν όμως τον 16ο αιώνα, μετά τη ριζική αλλαγή της πολεμικής τέχνης (εξαιτίας της πυρίτιδας), ο στρογγυλός πύργος του δυτικού βραχίονα έπαψε να παρέχει επαρκή ασφάλεια στο λιμάνι και θεωρήθηκε ξεπερασμένη αμυντική κατασκευή και ανεπαρκής μπροστά στη δύναμη των πυροβόλων όπλων, κρίθηκε απαραίτητη η αντικατάσταση του με ένα μεγαλύτερο και ισχυρότερο που θα μπορούσε ν' αντιμετωπίσει κάθε ενδεχόμενο κίνδυνο. Γι' αυτό αποφασίζεται η κατεδάφισή του και η ανοικοδόμηση νέας κατασκευής, που θα σχεδιαζόταν σύμφωνα με τις οχυρωματικές επιταγές του Fronte Bastionato.
     Έτσι κατασκευάστηκε το επιβλητικό φρούριο που υπάρχει ακόμα και σήμερα. Το φρούριο Rocca /castelo a Mare, Φρούριο της Θάλασσας ή Κούλες όπως έμεινε απ' την τούρκικη ονομασία (Su-Kulesi). Το λιμάνι έτσι έγινε ασφαλέστερο. Η ανέγερσή του κράτησε 17 χρόνια απ' το 1523 ως το 1540, και απαίτησε τεράστια χρηματικά ποσά, που καλύφθηκαν απ' το ταμείο του Βασιλείου της Κρήτης, το κεντρικό θησαυροφυλάκιο της Βενετίας και από τη συνεισφορά ιδιωτών.
     Τα προβλήματα όμως του οχυρωματικού έργου Κούλε δεν άργησαν να έρθουν. "Τα θεμέλιά του είχαν ανασκαφεί σε πολλά σημεία και είχαν δημιουργηθεί σπηλιές από την πλευρά που κτυπούσε η θάλασσα". Υπήρχαν περίοδοι κατά τις οποίες οι υποσκαφές στη βορειοδυτική πλευρά είχαν τεράστια έκταση, ώστε η θάλασσα να εισχωρεί μέσα στον Κούλε και το αλμυρό νερό να αναμειγνύεται με το γλυκό νερό της δεξαμενής του φρουρίου που υπήρχε στη πλευρά αυτή. Για την αντιμετώπιση της κατάστασης μεταφέρονταν κάθε χρόνο απ' τη Ντία και τον όρμο των Φρασκιών (κάτω απ' τη Ρογδιά) τεράστιες ποσότητες ογκολίθων με παλιά καράβια, τα οποία καταποντίζονταν μαζί με το φορτίο τους μπροστά από τις σπηλιές για να αποτελέσουν ισχυρό κυματοθραύστη, προστατεύοντας το φρούριο από την ορμή των κυμάτων. Με τη μέθοδο αυτή των αποθέσεων δόμησαν επίσης μια κατασκευή έξω από τη βόρεια πλευρά του φρουρίου που είχε μορφή μικρού ισχυρού μόλου με ημικυκλική απόληξη (sperone).
     Μετά την κατάληψη Κρήτης από τους Τούρκους, το 1669, ο Κούλες χρησιμοποιήθηκε από τους νέους δυνάστες του κρητικού λαού, αφού πρώτα το επισκεύασαν από τις καταστροφές που είχε υποστεί εξαιτίας των βομβαρδισμών από αυτούς, έκτισαν επάλξεις και σκοπιές στην απόληξη του στηθαίου του δώματος του. Στους σκοτεινούς και υγρούς χώρους του βασανίσθηκαν και φυλακίστηκαν κρητικοί επαναστάτες.
     Το 1719 κατέρρευσε, ασφαλώς από θαλασσοταραχή, ένα τμήμα της βορειοδυτικής πλευράς του. Γι' αυτό επισκευαστικές εργασίες έγιναν το 1753 και 1754 ενώ και άλλες στερεωτικές εργασίες έγιναν στα πρώτα 100 χρόνια της τουρκοκρατίας.
     Το φρούριο ήταν διώροφο. Το ισόγειο περιλάμβανε 26 διαφορετικά διαμερίσματα, που
χρησιμοποιούνταν για διάφορους σκοπούς (λειτούργησε μύλος, φούρνος, χώροι κατοικίας αξιωματικών, χώροι αποθήκευσης τροφίμων, πολεμοφοδίων, φυλάκισης, δεξαμενής νερού κτλ) σ'αυτές τις φυλακές έκλεισαν οι Τούρκοι τον Δασκαλογιάννη πριν τον γδάρουν ζωντανό. Τα διαμερίσματα αυτά φωτίζονταν και αερίζονταν από ειδικά ανοίγματα στην οροφή τους, τα sospirali lucernai τα οποία κατέληγαν στο δώμα του φρουρίου (το δώμα είχε διαμορφωθεί ως μια ευρεία πλατεία την οποία όριζε ένα φαρδύ parapetto). Στο δώμα του φρουρίου οδηγούσαν δύο διαβάσεις που ξεκινούσαν από τον κεντρικό διάδρομο: Ένα κεκλιμένο επίπεδο πάνω στο οποίο οι βενετοί έσερναν τα κανόνια και τα άλλα εφόδια για να τα ανεβάσουν στο δώμα κι ένα κλιμακοστάσιο. Στη δυτική πλευρά αυτού, εντοιχίστηκε πλάκα με την εγχάρακτη χρονολογία "1539".
     Η κύρια πύλη του φρουρίου στη θάλασσα ανοίγεται στη δυτική πλευρά. Εκεί κατέληγε ο δυτικός μόλος, που ξεκινούσε από την πύλη του μόλου. Η είσοδος ήταν προσεκτικά προστατευμένη: τρεις ξύλινες ισχυρές πόρτες υπήρχαν στο θολοσκεπή και ελαφριά κατωφερικό διάδρομο της εισόδου ο οποίος οδηγούσε στο εσωτερικό του φρουρίου. Το ένα σκέλος του διαδρόμου οδηγούσε στη βόρεια πλευρά του φρουρίου που υπήρχε δεύτερη πύλη προς το sperone και την ανοιχτή θάλασσα. Το άλλο σκέλος με ανατολική κατεύθυνση κατέληγε στο ανατολικό τμήμα του οχυρού, η κάτοψη του οποίου έχει σχήμα μισής έλλειψης. Στην νοτιοδυτική πλευρά του ισογείου υπήρχε και τρίτη δευτερεύουσα έξοδος, η οποία οδηγούσε στο χώρο του λιμανιού.
     Το φρούριο είχε εξοπλιστεί με κανόνια στις κανονιοθυρίδες του, που βλέπουμε ακόμη και σήμερα να ανοίγονται στους τοίχους εξωτερικά. Ο Βασιλικάτα μας πληροφορεί ότι στο ισόγειό του υπήρχαν 18 κανόνια στις κανονιοθυρίδες και 25 στις επάλξεις του ορόφου. Συγχρόνως ήταν εφοδιασμένο με 300 κιβώτια και 6.144 μπάλες διάφορων μεγεθών.
     Στον πάνω όροφο βρίσκονταν χώροι στρατωνισμού φρουράς, ενώ στη βόρεια γωνία είχε κατασκευαστεί ο πύργος του φάρου. Στις κύριες εξωτερικές πλευρές του φρουρίου, νότια, ανατολικά και βόρεια, είχε εντοιχιστεί το έμβλημα της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, το λιοντάρι, φιλοτεχνημένο πάνω σε λευκό μάρμαρο, ο γνωστός φτερωτός λέων του Άγιου Μάρκου. Το μυθικό ζώο τοποθετήθηκε στο κέντρο της παράστασης. Σε όλη τη περίμετρο της οχύρωσης του Χάνδακα, σε διάφορα σημεία των τειχών, οι Βενετοί είχαν εντοιχίσει ανάγλυφες πλάκες με τα σύμβολα της Βενετίας και τα διάσημα των εκπροσώπων της στο νησί, καθώς και διάφορα εγχάρακτα κείμενα και χρονολογίες, που μαρτυρούσαν την πραγματοποίηση του τεράστιου αυτού έργου από την δοξασμένη τους πολιτεία.
     Το φρούριο της θάλασσας, ο Κούλες (= πύργος), όπως ονομάζεται σήμερα, στέκει στη θέση του σκυθρωπό και θλιμμένο για να μας θυμίζει τους τραγικούς χρόνους της Ενετοκρατίας και της Τουρκοκρατίας αλλά και τους αγώνες του κρητικού λαού για την αποτίναξή τους. Προσπαθώντας δε να ξεχάσει τον παλιό κακό του εαυτό, αποδύθηκε τελευταία σε έναν αγώνα χαρακτηρισμού του σε πολιτιστικό χώρο της πόλης μας, φιλοξενώντας διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις.
     Αξίζει τέλος να αναφερθούμε στο μικρό Κούλε που δεν υπάρχει σήμερα. Στο έργο του Αυστριακού γιατρού-βοτανολόγου F.W. Sieber, γίνεται αναφορά για ένα μακρύ τείχος με στρογγυλό πύργο που βρίσκεται απέναντι από το κάστρο. Πρόκειται για το λεγόμενο μικρό Κούλε (Κιουτσούκ Σου Καλεσιντέ), που κατασκεύασαν οι Τούρκοι στο άκρο του ανατολικού λιμενοβραχίονα και ήταν το μοναδικό οχυρωματικό έργο που έκαναν καθ' όλη τη διάρκεια της επικυριαρχίας τους στο νησί. Ο μικρός Κούλες κατεδαφίστηκε το 1936 με απόφαση της Λιμενικής επιτροπής.

 

Ματαλλιωτάκη Αγγελική
Σίμσακ Σελίνα

 

   επιστροφή στα

   περιεχόμενa