Πύλη Αγίου Γεωργίου

 

(Πύλη Λαζαρέτο)

 

 

 

      Η πύλη αυτή βρίσκεται στη θέση που είναι σήμερα η προτομή του Ν. Καζαντζάκη στην πλατεία Ελευθερίας. Υψωνόταν μέχρι τις αρχές του αιώνα μας και ένωνε το Χάνδακα με την ανατολική Κρήτη. Την ονόμαζαν και αλλιώς πύλη Λαζαρέτο, επειδή από εκεί μπορούσε κανείς να πάει στο Λαζαρέτο (λοιμοκαθαρτήριο), που τελευταία ήταν στη θέση που είναι σήμερα οι αποθήκες καυσίμων τηs Β.Ρ. στην Αλικαρνασσό. Ήταν επίσης γνωστή σαν Πόρτα Μαρουλά, επειδή αντικατέστησε παλιότερη πύλη που οδηγούσε από τη Λεωφόρο Ικάρου στη συνοικία του Μαρουλά, εκεί που βρίσκεται σήμερα το ιστορικό σχολείο Καπετανάκειο. Η πύλη οδηγούσε στον αλευρόμυλο Καστρινάκη και εκεί που βρίσκεται σήμερα η τούρκικη Κρήνη της οδού Ζωγράφου. Στην πρόσοψή της μπορεί να διακρίνει κανείς μία επιγραφή με το όνομα του στρατηγού Παύλου Τζώρτζη και τη χρονολογία 1565. Επίσης υπήρχε ένα άγαλμα που παριστάνε τον Άγιο Γεώργιο και άλλα εικονίσματα. Όλα αυτά βρίσκονται σήμερα στο αρχαιολογικό μουσείο Κρήτης.
     Η πύλη γκρεμίστηκε με βάρβαρο τρόπο μία νύχτα του 1917.  Έπειτα αποφασίστηκε να ανοικοδομηθεί πολύ βορειότερα από την αρχική της θέση στη δυτική πλευρά της Ακ. Τάμπιας κοντά στην εκκλησία της Ανάληψης. Παρόλα αυτά η πύλη έχασε τον μνημειακό της χαρακτήρα και την εντυπωσιακή όψη της. Από την πύλη Λαζαρέτου έγινε στις 16 Δεκεμβρίου του 1668 η εξόρμηση 450 Γάλλων και 100 Γρεναδιέρων, με αρχηγό τον La Feuillade. Στην αρχή έδιωξαν από τις θέσεις τους, τους Τούρκους, έπειτα όμως τρομοκρατήθηκαν, οπισθοχώρησαν και οι περισσότεροι από αυτούς σκοτώθηκαν.
     Η πύλη του Αγίου Γεωργίου αποτελούσε σπίτι για πάρα πολλούς λεπρούς, οι οποίοι διώχτηκαν από τα χωριά τους λόγω της αρρώστιας. Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα της αρρώστιας ήταν κυρίως η παραμόρφωση στα άκρα τους σώματος, καθώς και το πολύ πρήξιμο. Όσοι ήταν εκεί εκλιπαρούσαν ελεημοσύνη από τους περαστικούς. Λεπροί δεν ήταν μόνο άνθρωποι μεγάλης ηλικίας αλλά και πολλά νέα παιδιά που είχαν όλη τη ζωή μπροστά τους. Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια οι τουρκικές αρχές έδιναν μισή οκά ψωμί την ημέρα σε κάθε λεπρό. Ακόμα και αυτό το μικρό πράγμα φαινόταν σε αυτούς σαν ένα θείο δώρο.
     Στο βιλίο του Νίκου Ψιλάκη διαβάζουμε για την εικόνα που αντίκρυσε ο περιηγητής T.A.B. Spratt περνώντας από κει:
«Εκείνη τη μέρα βρίσκονταν στην πύλη Αγίου Γεωργίου έντεκα λεπροί και περίμεναν για την ελεημοσύνη των περαστικών. Ο όμιλος αυτός παρουσίαζε ενδιαφέρον και σταμάτησα για να τους κάνω μερικές ερωτήσεις, στις οποίες απάντησαν πρόθυμα. Οι δέκα ήταν ξαπλωμένοι στο έδαφος κάτω από τη γωνία του υψηλού προμαχώνα ακριβώς έξω από την πύλη. Ένας άλλος, ο ενδέκατος, ήταν χώρια από αυτούς και προκαλούσε ακόμη μεγαλύτερο οίκτο λόγω της παραμόρφωσης και της ηλικίας του. Ήταν σχεδόν 60 χρονών. Ήταν μόνο 12 χρόνια λεπρός αλλά η αρρώστια του εξελισσόταν τόσο γρήγορα που είχε τυφλωθεί τελείως, είχε πρηστεί τρομερά και είχαν παραμορφωθεί τα άκρα και το πρόσωπό του. Είχε τα χέρια και τα πόδια του μέσα σε βρόμικους σάκους από παλιά κουρέλια, για να κρύβει τις πληγές και τις αναπηρίες του από τον κόσμο, του οποίου την ελεημοσύνη εκλιπαρούσε. Λίγο παραπέρα ήταν μία κοπέλα η οποία ήταν καλοντυμένη, αρκετά όμορφη αν και λίγο χλωμή. Δεν φαινόταν, όμως, καθόλου λυπημένη και μελαγχολική ούτε φανέρωνε αισθήματα ψυχικής οδύνης και κατάθλιψης εξαιτίας της κατάστασης στην οποία βρέθηκε ξαφνικά. Γι' αυτό αποφάσισα να τη ρωτήσω αν όντως ήταν λεπρή. Τότε μου έδειξε τα χέρια της, που ήταν ακόμη λεπτά και όμορφα, αλλά με δύο δάχτυλα ελαφρά λυγισμένα και δύσκαμπτα. Για όσους γνωρίζουν, αυτά είναι τα πρώτα αδιαμφισβήτητα σημάδια της νόσου. Της είχαν παρουσιασθεί μόλις πριν από έξι μήνες και τέθηκε αμέσως υπό την επιτήρηση των αρχών του χωριού. Σε τέτοιες περιπτώσεις παρατηρούν προσεκτικά τα ύποπτα σημάδια, επειδή πιστεύουν ότι η νόσος είναι μεταδοτική. Τα σημάδια των ύπουλων κηλίδων ή η ασθένεια που προχωρούσε περισσότερο και γινόταν ακόμη πιο έκδηλη εκείνη την περίοδο, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι και ο πατέρας της ήταν ήδη λεπρός, έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στην απόφασή τους. Έτσι εκδιώχθηκε από το σπίτι της για να ζήσει όλη τη ζωή της μέσα στην εξαχρείωση και τη δυστυχία. Δέκα μέρες μετά την εξορία της καθόταν εδώ αναγκασμένη να ζητά ελεημοσύνη από τον κόσμο που έφθανε σε μια μεγάλη πόλη και να συναντά το παγερό βλέμμα και την αδιαφορία των περαστικών. Ο λογικός άνθρωπος, βέβαια, αισθάνεται φρίκη βλέποντας την κατάσταση και συλλογιζόμενος το μέλλον μιας τόσο νέας και ελκυστικής κοπέλας.
     Ίσως η αλλαγή σκηνικού να την ανακούφισε, ξεφεύγοντας για λίγο από τη θέα των αηδιαστικών όψεων που έβλεπε στο χωριό των λεπρών. Ίσως, ακόμη, η στήριξη και η παρηγοριά που μπορούσε να προσφέρει στον ανήμπορο και ετοιμοθάνατο γονιό να αλάφρωνε την ψυχή της. Δεν μπορούσα να ερμηνεύσω διαφορετικά τη φαινομενική απάθειά της.»
     Η παραπάνω μαρτυρία είναι ενδεικτική της κατάστασης που επικρατούσε σε περιόδους επιδημίας πανούκλας, μια που το Ηράκλειο είχε πληγεί απ' αυτή τη μάστιγα αρκετές φορές με πιο βαριά αυτήν του 1591-93.

Βελεγράκης Μανόλης
Λυγεράκης Ευριπίδης

 

   επιστροφή στα

   περιεχόμενa